Του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D., medlabnews.gr
Οι νεοπλασματικές παθήσεις του παχέος εντέρου εμφανίζουν τις τελευταίες δεκαετίες αυξανόμενη συχνότητα. Οι σημαντικότερες αιτίες για την αύξηση αυτή είναι οι σύγχρονες διατροφικές συνήθειες, ο «δυτικός» τρόπος διαβίωσης, καθώς και η σημαντική αύξηση του ορίου ηλικίας του πληθυσμού.....
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο 3ος σε συχνότητα καρκίνος στον Δυτικό κόσμο και ο 2ος σε θνητότητα. Προσβάλλει όλες τις ηλικίες, όμως η επίπτωση αυξάνει ιδιαίτερα μετά τα 40 έτη. Τουλάχιστον το 50% των περιπτώσεων αφορούν στο ορθό. Δυστυχώς και παρά τις μεγάλες διαγνωστικές εξελίξεις που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, η καθυστερημένη διάγνωση βρίσκεται σε υψηλά ποσοστά επί του συνόλου, με αποτέλεσμα τουλάχιστον στο 10% του συνόλου των περιπτώσεων, ο όγκος να μην είναι εξαιρέσιμος χειρουργικά και σε ποσοστό πλέον του 20% να υφίστανται ηπατικές μεταστάσεις.
Οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου παχέος εντέρου (65-85%) θεωρούνται σποραδικές περιπτώσεις (χωρίς γενετική προδιάθεση). Στο 5% θεωρείται σίγουρη η προδιάθεση και στο υπόλοιπο 30% η παρουσία γονιδίων με μειωμένη διεισδυτικότητα καθιστά πιθανή μία γενετική επιβάρυνση (οικογενής καρκίνος). Από το 1985 η επίπτωση αλλά και η θνητότητα του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει ελαφρά μειωθεί και αυτό οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων όπως:
Η έγκαιρη διάγνωση των πολυπόδων και η εκτομή τους (πολυποδεκτομή)
Η έγκαιρη διάγνωση καρκίνου με τις δοκιμασίες ανίχνευσης αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα.
Η συχνότερη χρησιμοποίηση της κολονοσκόπησης σε συμπτωματολογία από το παχύ έντερο. Οι οδηγίες για την πρόληψη και πρώιμη διάγνωση της νόσου στο γενικό πληθυσμό, περιλαμβάνουν την κολονοσκόπηση από την ηλικία των 50 ετών και έκτοτε κάθε δέκα χρόνια ή τη σιγμοειδοσκόπηση κάθε πέντε χρόνια. Για άτομα υψηλού κινδύνου ο έλεγχος πρέπει να αρχίζει από μικρότερη ηλικία
Οι προκαρκινικές αλλοιώσεις του ΚΠΕ είναι τα Αδενώματα, σποραδικά ή στο πλαίσιο οικογενούς πολυποδίασης και η Επιθηλιακή Δυσπλασία (ΕΔ) στις Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσους (ΙΦΝ)
Οι ισχυρότεροι προγνωστικοί δείκτες, ήτοι τα βιολογικά, αντικειμενικά μετρήσιμα, χαρακτηριστικά, που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την έκβαση του ΚΠΕ είναι η πλήρης εξαίρεση και η ανατομική επέκταση του όγκου.
Η τοπική επέκταση της νόσου στο τοίχωμα του εντέρου (Τ), οι μεταστάσεις στους επιχώριους Λεμφαδένες (Ν) οι μακρινές Μεταστάσεις (Μ) και η Αγγειακή Διασπορά (V), όπως διαγιγνώσκονται και καταγράφονται στην ιστοπαθολογική μελέτη του εξαιρεθέντος νεοπλάσματος, είναι τα ευρήματα που καθορίζουν την πρόγνωση και τη θεραπεία της νόσου, σταδιοποιώντας την.
Το πρώτο μέτρο πρόληψης είναι η εντόπιση γενετικών ή
περιβαλλοντικών παραγόντων, υπεύθυνων για καρκίνο του παχέος
εντέρου. Δεύτερο μέτρο είναι η εντόπιση και η εκρίζωση
προκαρκινικών βλαβών. Για τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, αν
και δεν είναι ακόμη απόλυτα τεκμηριωμένοι, το Εθνικό Ινστιτούτο
του Καρκίνου των ΗΠΑ εξέδωσε οδηγίες διατροφής.
1. ελάττωση της κατανάλωσης λίπους
2. αύξηση των φυτικών ινών στα 20-30 γραμμάρια ημερησίως
3. αύξηση κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών
4. αποφυγή της παχυσαρκίας.
5. ελαφρά έως μέση κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και
σωματική άσκηση.
Για το δεύτερο μέρος, της έγκαιρης εντόπισης των προκαρκινικών
καταστάσεων, υπάρχουν δύο κατηγορίες πληθυσμού: αυτοί που είναι υψηλού κινδύνου και αυτοί που είναι σχετικού κινδύνου.
Για τους πληθυσμούς σχετικού κινδύνου προτείνονται τα εξής:
1. ετήσια δακτυλική εξέταση του ορθού για ηλικία άνω των 40.
2. εξέταση κοπράνων για Hb κάθε χρόνο για ηλικία πάνω από
50 ετών.
3. ορθοσιγμοειδοσκόπηση με εύκαμπτο όργανο κάθε 3-5
χρόνια μετά τα 50.
Οι συστάσεις που δίνονται από την παγκόσμια οργάνωση υγείας σε
συνεργασία με έγκυρα διεθνή αντικαρκινικά κέντρα όσον αφορά την
δίαιτα και τον τρόπο ζωής στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος
εντέρου.
Μειωμένη κατανάλωση ζωικού λίπους (λιγότερο από 20 %
του συνόλου των λαμβανόμενων θερμίδων). Η καθημερινή διατροφή να περιλαμβάνει ικανή ποσότητα φρέσκων λαχανικών και φρούτων, ψωμιού ολικής αλέσεως, δημητριακών, οσπρίων και ελαιόλαδου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η λήψη σημαντικών συστατικών που έχουν αντικαρκινική δράση. Τα λαχανικά και τα φρούτα περιέχουν πολλές ουσίες με αντινεοπλασματικές ιδιότητες όπως: βιταμίνες C και Ε, καροτενοειδή, φυλικό οξύ, φυτικές ίνες, φαινόλες και φλαβονοειδή. Τα λαχανικά λόγω της διαφορετικής τους σύστασης (περισσότερα καροτενοειδή, φυλικό οξύ και βιταμίνη Β6) φαίνεται οτι ασκούν ισχυρότερη προστατευτική δράση από τα φρούτα (περισσότερα σάκχαρα, θερμίδες και βιταμίνη C). Ιδιαίτερη σημασία έχει δοθεί στο σκόρδο και ειδικά στην ουσία τρανσφεράση της S-γλουταθειόνης που περιέχει το σκόρδο σε μεγάλη ποσότητα. Η ουσία αυτή εμπλέκεται στην εξουδετέρωση αρκετών δυνητικών καρκινογόνων. Σε μία πρόσφατη μεγάλη επιδημιολογική μελέτη, φάνηκε ότι η κατανάλωση μιας τουλάχιστον κεφαλής σκόρδου την εβδομάδα, έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση κατά 30% του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου, σε σύγκριση με τα άτομα που δεν κατανάλωσαν σκόρδο.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το ασβέστιο των γαλακτοκομικών
προϊόντων ασκεί προφυλακτική δράση. Το παραπάνω διαιτολόγιο
αντιπροσωπεύει τη λεγόμενη Μεσογειακή δίαιτα. Το παραπάνω
προτεινόμενο διαιτολόγιο και ο δραστικός περιορισμός του δυτικού
τρόπου διατροφής με τις τροφές του τύπου fast food που είναι πολύ
υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος, είναι πιθανώς ευεργετικό, όταν
εφαρμόζεται από την παιδική και νεαρή ηλικία.
Συμπερασματικά είναι χρήσιμη η διατροφή που είναι φτωχή σε ζωικό λίπος και πλούσια σε συστατικά φυτικής προέλευσης.
Ο ρόλος της ασπιρίνης στη μακροχρόνια πρόληψη του καρκίνου του
παχέος εντέρου
Η λήψη κάθε μέρα ασπιρίνης στη δόση των 300 mg ή
περισσότερο για περίπου 5 χρόνια, βρέθηκε να είναι αποτελεσματική για
την πρωτογενή πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου σε
τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες έρευνες που έδειξαν τα ευεργετικά
αποτελέσματα να διαρκούν για 10 χρόνια. Η ασπιρίνη μειώνει τα περιστατικά ορθοκολικού καρκίνου κατά το ένα τέταρτο, και τους θανάτους από καρκίνο του παχέος εντέρου κατά το ένα τρίτο. Η προστατευτική δράση της πιστεύεται ότι οφείλεται στο ότι καταστέλλει ένα ένζυμο (COX-2) που βοηθά στον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.
Οι νεοπλασματικές παθήσεις του παχέος εντέρου εμφανίζουν τις τελευταίες δεκαετίες αυξανόμενη συχνότητα. Οι σημαντικότερες αιτίες για την αύξηση αυτή είναι οι σύγχρονες διατροφικές συνήθειες, ο «δυτικός» τρόπος διαβίωσης, καθώς και η σημαντική αύξηση του ορίου ηλικίας του πληθυσμού.....
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο 3ος σε συχνότητα καρκίνος στον Δυτικό κόσμο και ο 2ος σε θνητότητα. Προσβάλλει όλες τις ηλικίες, όμως η επίπτωση αυξάνει ιδιαίτερα μετά τα 40 έτη. Τουλάχιστον το 50% των περιπτώσεων αφορούν στο ορθό. Δυστυχώς και παρά τις μεγάλες διαγνωστικές εξελίξεις που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, η καθυστερημένη διάγνωση βρίσκεται σε υψηλά ποσοστά επί του συνόλου, με αποτέλεσμα τουλάχιστον στο 10% του συνόλου των περιπτώσεων, ο όγκος να μην είναι εξαιρέσιμος χειρουργικά και σε ποσοστό πλέον του 20% να υφίστανται ηπατικές μεταστάσεις.
Οι περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου παχέος εντέρου (65-85%) θεωρούνται σποραδικές περιπτώσεις (χωρίς γενετική προδιάθεση). Στο 5% θεωρείται σίγουρη η προδιάθεση και στο υπόλοιπο 30% η παρουσία γονιδίων με μειωμένη διεισδυτικότητα καθιστά πιθανή μία γενετική επιβάρυνση (οικογενής καρκίνος). Από το 1985 η επίπτωση αλλά και η θνητότητα του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει ελαφρά μειωθεί και αυτό οφείλεται σε ένα συνδυασμό παραγόντων όπως:
Η έγκαιρη διάγνωση των πολυπόδων και η εκτομή τους (πολυποδεκτομή)
Η έγκαιρη διάγνωση καρκίνου με τις δοκιμασίες ανίχνευσης αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα.
Η συχνότερη χρησιμοποίηση της κολονοσκόπησης σε συμπτωματολογία από το παχύ έντερο. Οι οδηγίες για την πρόληψη και πρώιμη διάγνωση της νόσου στο γενικό πληθυσμό, περιλαμβάνουν την κολονοσκόπηση από την ηλικία των 50 ετών και έκτοτε κάθε δέκα χρόνια ή τη σιγμοειδοσκόπηση κάθε πέντε χρόνια. Για άτομα υψηλού κινδύνου ο έλεγχος πρέπει να αρχίζει από μικρότερη ηλικία
Οι προκαρκινικές αλλοιώσεις του ΚΠΕ είναι τα Αδενώματα, σποραδικά ή στο πλαίσιο οικογενούς πολυποδίασης και η Επιθηλιακή Δυσπλασία (ΕΔ) στις Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσους (ΙΦΝ)
Οι ισχυρότεροι προγνωστικοί δείκτες, ήτοι τα βιολογικά, αντικειμενικά μετρήσιμα, χαρακτηριστικά, που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την έκβαση του ΚΠΕ είναι η πλήρης εξαίρεση και η ανατομική επέκταση του όγκου.
Η τοπική επέκταση της νόσου στο τοίχωμα του εντέρου (Τ), οι μεταστάσεις στους επιχώριους Λεμφαδένες (Ν) οι μακρινές Μεταστάσεις (Μ) και η Αγγειακή Διασπορά (V), όπως διαγιγνώσκονται και καταγράφονται στην ιστοπαθολογική μελέτη του εξαιρεθέντος νεοπλάσματος, είναι τα ευρήματα που καθορίζουν την πρόγνωση και τη θεραπεία της νόσου, σταδιοποιώντας την.
Το πρώτο μέτρο πρόληψης είναι η εντόπιση γενετικών ή
περιβαλλοντικών παραγόντων, υπεύθυνων για καρκίνο του παχέος
εντέρου. Δεύτερο μέτρο είναι η εντόπιση και η εκρίζωση
προκαρκινικών βλαβών. Για τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, αν
και δεν είναι ακόμη απόλυτα τεκμηριωμένοι, το Εθνικό Ινστιτούτο
του Καρκίνου των ΗΠΑ εξέδωσε οδηγίες διατροφής.
1. ελάττωση της κατανάλωσης λίπους
2. αύξηση των φυτικών ινών στα 20-30 γραμμάρια ημερησίως
3. αύξηση κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών
4. αποφυγή της παχυσαρκίας.
5. ελαφρά έως μέση κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και
σωματική άσκηση.
Για το δεύτερο μέρος, της έγκαιρης εντόπισης των προκαρκινικών
καταστάσεων, υπάρχουν δύο κατηγορίες πληθυσμού: αυτοί που είναι υψηλού κινδύνου και αυτοί που είναι σχετικού κινδύνου.
Για τους πληθυσμούς σχετικού κινδύνου προτείνονται τα εξής:
1. ετήσια δακτυλική εξέταση του ορθού για ηλικία άνω των 40.
2. εξέταση κοπράνων για Hb κάθε χρόνο για ηλικία πάνω από
50 ετών.
3. ορθοσιγμοειδοσκόπηση με εύκαμπτο όργανο κάθε 3-5
χρόνια μετά τα 50.
Οι συστάσεις που δίνονται από την παγκόσμια οργάνωση υγείας σε
συνεργασία με έγκυρα διεθνή αντικαρκινικά κέντρα όσον αφορά την
δίαιτα και τον τρόπο ζωής στην πρόληψη του καρκίνου του παχέος
εντέρου.
Μειωμένη κατανάλωση ζωικού λίπους (λιγότερο από 20 %
του συνόλου των λαμβανόμενων θερμίδων). Η καθημερινή διατροφή να περιλαμβάνει ικανή ποσότητα φρέσκων λαχανικών και φρούτων, ψωμιού ολικής αλέσεως, δημητριακών, οσπρίων και ελαιόλαδου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η λήψη σημαντικών συστατικών που έχουν αντικαρκινική δράση. Τα λαχανικά και τα φρούτα περιέχουν πολλές ουσίες με αντινεοπλασματικές ιδιότητες όπως: βιταμίνες C και Ε, καροτενοειδή, φυλικό οξύ, φυτικές ίνες, φαινόλες και φλαβονοειδή. Τα λαχανικά λόγω της διαφορετικής τους σύστασης (περισσότερα καροτενοειδή, φυλικό οξύ και βιταμίνη Β6) φαίνεται οτι ασκούν ισχυρότερη προστατευτική δράση από τα φρούτα (περισσότερα σάκχαρα, θερμίδες και βιταμίνη C). Ιδιαίτερη σημασία έχει δοθεί στο σκόρδο και ειδικά στην ουσία τρανσφεράση της S-γλουταθειόνης που περιέχει το σκόρδο σε μεγάλη ποσότητα. Η ουσία αυτή εμπλέκεται στην εξουδετέρωση αρκετών δυνητικών καρκινογόνων. Σε μία πρόσφατη μεγάλη επιδημιολογική μελέτη, φάνηκε ότι η κατανάλωση μιας τουλάχιστον κεφαλής σκόρδου την εβδομάδα, έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση κατά 30% του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου, σε σύγκριση με τα άτομα που δεν κατανάλωσαν σκόρδο.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι το ασβέστιο των γαλακτοκομικών
προϊόντων ασκεί προφυλακτική δράση. Το παραπάνω διαιτολόγιο
αντιπροσωπεύει τη λεγόμενη Μεσογειακή δίαιτα. Το παραπάνω
προτεινόμενο διαιτολόγιο και ο δραστικός περιορισμός του δυτικού
τρόπου διατροφής με τις τροφές του τύπου fast food που είναι πολύ
υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος, είναι πιθανώς ευεργετικό, όταν
εφαρμόζεται από την παιδική και νεαρή ηλικία.
Συμπερασματικά είναι χρήσιμη η διατροφή που είναι φτωχή σε ζωικό λίπος και πλούσια σε συστατικά φυτικής προέλευσης.
Ο ρόλος της ασπιρίνης στη μακροχρόνια πρόληψη του καρκίνου του
παχέος εντέρου
Η λήψη κάθε μέρα ασπιρίνης στη δόση των 300 mg ή
περισσότερο για περίπου 5 χρόνια, βρέθηκε να είναι αποτελεσματική για
την πρωτογενή πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου σε
τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες έρευνες που έδειξαν τα ευεργετικά
αποτελέσματα να διαρκούν για 10 χρόνια. Η ασπιρίνη μειώνει τα περιστατικά ορθοκολικού καρκίνου κατά το ένα τέταρτο, και τους θανάτους από καρκίνο του παχέος εντέρου κατά το ένα τρίτο. Η προστατευτική δράση της πιστεύεται ότι οφείλεται στο ότι καταστέλλει ένα ένζυμο (COX-2) που βοηθά στον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων.